Η πιθανή απομάκρυνση του πρωθυπουργού Φρανσουά Μπαϊρού φέρνει στο προσκήνιο μια πολιτική αστάθεια που αναμένεται να αφήσει βαθύ αποτύπωμα στη Γαλλία, ακόμη και μετά τις προεδρικές εκλογές του 2027, ενώ η ακροδεξιά επιχειρεί να εκμεταλλευθεί την ευκαιρία.
Η κυβέρνηση της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της ευρωζώνης αντιμετωπίζει τον κίνδυνο κατάρρευσης σε κρίσιμη ψήφο εμπιστοσύνης τη Δευτέρα, βυθίζοντας τη χώρα σε νέα φάση πολιτικής αναταραχής. Ανάμεσα σε όσους ανησυχούν για τις συνέπειες είναι ο 42χρονος τραπεζικός διευθυντής και ακτιβιστής για τα δικαιώματα υγείας Τζόναθαν Ντενί, ο οποίος βλέπει στην πολιτική αστάθεια σοβαρό αντίκτυπο για τους πιο ευάλωτους ασθενείς.
Ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν είχε υποσχεθεί ότι η νομοθετική κατοχύρωση της υποβοηθούμενης θνησιμότητας και η ενίσχυση της παρηγορητικής φροντίδας θα αποτελούσαν τη σημαντικότερη κοινωνική μεταρρύθμιση της δεύτερης θητείας του. Ωστόσο, το σχετικό νομοσχέδιο, που επρόκειτο να κατατεθεί στη Γερουσία τον επόμενο μήνα, κινδυνεύει να καθυστερήσει ξανά, καθώς η συνεχής εναλλαγή τεσσάρων πρωθυπουργών σε τρία μόλις χρόνια έχει παραλύσει την κυβερνητική συνέχεια.
Ο Ντενί μιλάει με προσωπική εμπειρία: ο πατέρας του, τεχνικός εργαστηρίου στην ανατολική Γαλλία, τερμάτισε τη ζωή του μέσω παράνομης ευθανασίας το 2008. «Βυθίστηκα στη θλίψη, αναγκασμένος να κρατήσω μυστικό τον τρόπο που πέθανε», θυμάται. Σήμερα ηγείται της εκστρατείας για το δικαίωμα σε έναν αξιοπρεπή θάνατο, επισημαίνοντας τα σοβαρά κενά στο γαλλικό σύστημα υγείας: υπάρχουν 20 περιφέρειες στη χώρα που δεν διαθέτουν καμία μονάδα παρηγορητικής φροντίδας.
Τη Δευτέρα, ο 74χρονος Μπαϊρού, πολιτικός με ρίζες στη νοτιοδυτική Γαλλία και αυτοαποκαλούμενος
«υπέρμαχος της συναίνεσης», αναμένεται να χάσει την ψήφο εμπιστοσύνης, θέτοντας τέλος στη θητεία του που κράτησε μόλις εννέα μήνες. Ο προκάτοχός του, Μισέλ Μπαρνιέ, είχε παραμείνει στη θέση μόνο τρεις μήνες πριν καταψηφιστεί.
Η αφορμή για την πτώση είναι ο προϋπολογισμός των 44 δισ. ευρώ, που περιλαμβάνει κατάργηση αργιών και περιορισμό κοινωνικών δαπανών. Το σχέδιο κρίθηκε αντιδημοφιλές από την πολιτική τάξη. Όμως, η κρίση δεν περιορίζεται στα οικονομικά: αντανακλά τη ρήξη εμπιστοσύνης ανάμεσα στους πολίτες και τους πολιτικούς, που φαίνεται να διαμορφώνει το πολιτικό σκηνικό ως τις εκλογές του 2027.
Μόλις το 15% των Γάλλων δηλώνει ότι εμπιστεύεται τον Μακρόν να διαχειριστεί την κρίση. Ο πρόεδρος, που διορίζει τον πρωθυπουργό, δεν φαίνεται να έχει διαθέσιμη πρόσωπο ευρείας αποδοχής. Αντί για εσωτερική λύση, θα μπορούσε να προκηρύξει πρόωρες εκλογές, αλλά αυτό θα ήταν ριψοκίνδυνο, καθώς καμία πολιτική παράταξη δεν φαίνεται ικανή να εξασφαλίσει σαφή πλειοψηφία.
Εν τω μεταξύ, η ακροδεξιά με τον Εθνικό Συναγερμό αξιοποιεί την πολιτική αστάθεια. Η βουλευτής Εντβίζ Ντίαζ δήλωσε σε συγκέντρωση στο Μπορντό πως η πτώση του Μπαϊρού αποτελεί «πηγή ελπίδας» για τους υποστηρικτές του κόμματος και τόνισε ότι αυτή τη φορά είναι αποφασισμένοι να κερδίσουν τις εκλογές.